Ἐν Διδυμοτείχῳ τῇ 20ῇ Ἰουλίου 2012
Ἀριθμ. Πρωτ.: 843
Δ Α Μ Α Σ Κ Η Ν Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟΥ, ΟΡΕΣΤΙΑΔΟΣ ΚΑΙ ΣΟΥΦΛΙΟΥ
ΠΡΟΣ ΤΟ ΧΡΙΣΤΕΠΩΝΥΜΟΝ ΠΛΗΡΩΜΑ
ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΥΤΟΥ
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΕΠΙ Τῌ ΕΟΡΤῌ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Ἀγαπητοί μου χριστιανοί,
Ἡ σημερινή ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου εἶναι μία ἑορτή μέ βαθύτατο πνευματικό νόημα, εἶναι συνέχεια τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός ἔλαβε σῶμα ἀπό τήν Παναγία Μητέρα Του καί τό ἀνέστησε μέ τήν θεότητά Του. Αὐτό λοιπόν τό σῶμα τῆς Θεοτόκου μέ τήν Κοίμησή Της καί τήν εἰς οὐρανούς Μετάστασή Της τιμήθηκε καί δοξάσθηκε. Ἡ Παναγία ἔζησε αὐτό πού θά ζήσουν ὅλοι οἱ ἅγιοι κατά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καί σ’ αὐτό πού θά ἐπακολουθήσει.
Τό γεγονός τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου παραπέμπει τήν σκέψη μας στά βασικά θέματα τῆς ζωῆς μας πού σχετίζονται μέ τόν θάνατο, τή ζωή, τόν οὐρανό, τόν Θεό. Ἐμεῖς ἀσχολούμεθα συνήθως μέ τήν καθημερινότητα, ἀλλά ἀγνοοῦμε ἤ παρακάμπτουμε τά προβλήματα πού ἀναφέρονται στά ὑπαρξιακά ἐρωτήματα, ὅπως˙ τί εἶναι ζωή, τί εἶναι θάνατος, γιατί ὑπάρχει θάνατος, ποῦ πάει ὁ ἄνθρωπος μετά τόν θάνατο, πού βρίσκονται τά ἀγαπητά μας πρόσωπα πού ἔφυγαν ἀπό τόν κόσμο αὐτό, πῶς θά ζήσουμε τόν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς μας χωρίς αὐτά, καί τόσα ἄλλα ἐρωτήματα πού μᾶς βασανίζουν ποικιλοτρόπως. Τό σπουδαιότερο πρόβλημα πού ταλαιπωρεῖ καί βασανίζει τόν ἄνθρωπο στή ζωή του δέν εἶναι τό οἰκονομικό, ἀλλά ὁ θάνατος. Ὁ θάνατος εἶναι τό μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα.
Ἡ ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ὁ θάνατος μέσα στήν Ἐκκλησία, μέ τή Χάρη τοῦ Χριστοῦ, λαμβάνει ἕνα νόημα, μία ἐλπιδοφόρα προοπτική καί προσδοκία πού φυγαδεύει κάθε λύπη, ἀφοῦ ὁ θάνατος δέν ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν ἀπώλεια, στό μηδέν, ἀλλά σέ μιά σχέση καί συνάντηση μέ τόν Θεό καί μέ ἄλλα πρόσωπα πού ἔχουν φύγει ἀπό τή ζωή πρίν ἀπό ἐμᾶς. Ὁ θάνατος, πού εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς παρακοῆς, τῆς ἀπομάκρυνσης ἀπό τήν κοινωνία τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἕνα πέρασμα, μιά διάβαση ἀπό τήν γῆ τῆς ἐξορίας πρός τήν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, ὅπως τό ἔζησαν οἱ Ἰσραηλῖτες ὅταν πέρασαν τήν Ἐρυθρά Θάλασσα. Ἕνα τέτοιο πέρασμα εἶναι ὁ θάνατος, εἶναι μιά συνάντηση μέ τόν Χριστό, τήν Παναγία, τούς ἁγίους, τούς ἀγγέλους. Εἶναι ἡ εἴσοδός μας στήν οὐράνια Ἐκκλησία, ὅταν βέβαια ζοῦμε μέ τή νοσταλγία της καί σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἱερός ὑμνογράφος ὑμνῶντας τήν Παναγία γράφει˙ «χαῖρε αὐγή μυστικῆς ἡμέρας». Αὐγή εἶναι τό χάραμα, τό πέρασμα ἀπό τό σκοτάδι στό φῶς. Πόσο ὄμορφη εἶναι ἡ αὐγή, τότε πού ἀνατέλλει καί φέγγει ὁ ἥλιος! Αὐτή τήν πνευματική αὐγή μᾶς δείχνει ἡ Παναγία μέ τήν ἔνδοξη Κοίμησή Της. Ἡμέρα εἶναι τό ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ πού φωτίζει τά πάντα. Καί βέβαια αὐτή ἡ ἡμέρα εἶναι μυστική, πού σημαίνει ὅτι δέν κατανοεῖται μέ τήν λογική καί τίς αἰσθήσεις ἀλλά χαρίζεται σ’αὐτούς πού ξέρουν ν’ ἀγαποῦν τό Χριστό μέ τήν καρδιά τούς. Αὐτοί ἔχουν ἐλπίδα, νόημα ζωῆς, αἰσιοδοξία.
Ἡ Παναγία εἶναι ἡ αὐγή τῆς μυστικῆς ἡμέρας καί ὁ σωματικός θάνατός Της εἶναι Κοίμηση, εἶναι συνάντηση μέ τόν Υἱό Της. Ἡ Παναγία εἶναι Μητέρα τῆς Ζωῆς, γι’ αὐτό ὥδευσε ἀμέσως πρός τήν Ζωή, ἀφοῦ δέν τήν κράτησε τάφος καί νέκρωση. Ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου εἶναι γιά μᾶς «αὐγή μυστικῆς ἡμέρας» εἶναι ἐλπίδα ζωῆς, ἐκδίωξη τῶν δακρύων καί τοῦ πένθους. Αὐτό προλέγει ὁ Προφητάναξ Δαυΐδ «ἐάν γάρ πορευθῶ ἐν μέσῳ σκιᾶς θανάτου, οὐ φοβηθήσομαι κακά, ὅτι σύ μετ’ ἐμοῦ εἶ » (Ψαλμ. κβ΄ 4). Ὅταν κανείς ἀγαπᾶ τόν Χριστό καί ζῆ μαζί Του, δέν φοβᾶται τίποτε, γιατί Αὐτός εἶναι ὁ νικητής τοῦ θανάτου καί χορηγός τῆς ζωῆς.
Μέ αὐτή τήν προοπτική ἡ θεομητορική αὐτή ἑορτή εἶναι ὑπόθεση χαρᾶς καί εὐφροσύνης, ὄχι ἁπλῶς γιατί βρισκόμεθα σέ διακοπές ἤ γιατί ζοῦμε στήν φύση καί χαιρόμεθα τήν ὀμορφιά τῆς Δημιουργίας. Ἡ ἑορτή αὐτή δίνει νόημα στή ζωή μας, γιατί μᾶς δείχνει τήν ἴδια τή Ζωή, τόν Χριστό. Μ’ αὐτή τήν πίστη νικᾶμε τά ἐμπόδια καί ξεπερνᾶμε τίς θλίψεις καί γαληνεύουμε στίς καρδιές.
Εὔχομαι ἐκ μυχίων ἡ Παναγία πού εἶναι ἡ «αὐγή τῆς μυστικῆς ἡμέρας» νά χαροποιεῖ τή ζωή μας καί νά μᾶς ὁδηγῆ στό Φῶς αὐτῆς τῆς μυστικῆς ἡμέρας πού εἶναι ὁ Χριστός.
Μετά πατρικῶν εὐχῶν καί εὐλογιῶν
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ὁ Διδυμοτείχου, Ὀρεστιάδος καί Σουφλίου Δ Α Μ Α Σ Κ Η Ν Ο Σ